Αναζήτηση στο Γλωσσάριο για το «Ν» (2)
Κατάλογος όρων στο γλωσσάριο:
Πρόσωπο που διαχειρίζεται τις χερσαίες, αεροπορικές ή θαλάσσιες εμπορευματικές μεταφορές.
Συμβαίνει όταν μια χώρα ή εταιρεία εξάγει ένα προϊόν σε τιμή χαμηλότερη στην εγχώρια αγορά εισαγωγής από την τιμή στην εγχώρια αγορά του εξαγωγέα, προκειμένου να κερδίσει μερίδιο της αγοράς και να βλάψει άλλους ανταγωνιστές.