Αναζήτηση στο Γλωσσάριο για το «Ε» (34)
Κατάλογος όρων στο γλωσσάριο:
Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα συγχωνεύει τις τρεις πρώην Ευρωπαϊκές Κοινότητες — για την πυρηνική ενέργεια (Ευρατόμ), για τον άνθρακα και τον χάλυβα (ΕΚΑΧ) και την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ ή κοινή αγορά).
Πρώην περιφερειακή οργάνωση με στόχο την οικονομική ολοκλήρωση μεταξύ των κρατών μελών της. Ιδρύθηκε με τη Συνθήκη της Ρώμης το 1957. Με την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) το 1993, η ΕΟΚ ενσωματώθηκε και μετονομάστηκε σε Ευρωπαϊκή Κοινότητα (ΕΚ). Το 2009, τα θεσμικά όργανα της ΕΚ απορροφήθηκαν στο ευρύτερο πλαίσιο της ΕΕ και η κοινότητα έπαψε να υπάρχει.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια μοναδική οικονομική και πολιτική ένωση μεταξύ 27 χωρών της ΕΕ που από κοινού καλύπτουν μεγάλο μέρος της ηπείρου. Αποτελεί τη μεγαλύτερη εμπορική δύναμη στον κόσμο, τον μεγαλύτερο εξαγωγέα μεταποιημένων προϊόντων και υπηρεσιών, καθώς και τη μεγαλύτερη αγορά εισαγωγών για περισσότερες από 100 χώρες. Βασική οικονομική κινητήρια δύναμη της ΕΕ είναι η ενιαία αγορά, Επιτρέπει να κυκλοφορούν ελεύθερα τα περισσότερα προϊόντα, υπηρεσίες, κεφάλαια και άτομα.
Ενώνει τα κράτη μέλη της ΕΕ και τα τρία κράτη ΕΟΧ-ΕΖΕΣ (Ισλανδία, Λιχτενστάιν και Νορβηγία) σε μια εσωτερική αγορά που διέπεται από τους ίδιους βασικούς κανόνες. Στόχος των εν λόγω κανόνων είναι η ελεύθερη κυκλοφορία αγαθών, υπηρεσιών, κεφαλαίων και προσώπων για τον ΕΟΧ σε ένα ανοικτό και ανταγωνιστικό περιβάλλον, μια έννοια που αναφέρεται ως οι τέσσερις ελευθερίες.